10/2/15

ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΑΙΝΙΩΝ ΑΠΟ ΤΗ ΛΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΛΑΜΑΡΙΑΣ




Ιστορική 1996 |

Αμερικανική ταινία, σκηνοθεσία Ν.Χάιτνερ με τους: Ντάνιελ Ντέι Λιούις, Γουινόνα Ράιντερ, Τζόαν Άλεν, Πολ Σκόφιλντ
Στο Σάλεμ του 1692 μια παρέα αθώων κοριτσιών κατηγορούνται από τη θρησκόληπτη κοινότητα ότι είναι μάγισσες.
Συνοπτική κριτική

Πρόκειται για μια απίστευτη κι όμως αληθινή ιστορία, που το 1953 ενέπνευσε στον Άρθουρ Μίλερ ένα συγκλονιστικό θεατρικό έργο, µε συγκεκριμένες συμβολικές αναφορές στο κλίμα της καχυποψίας και της τρομοκρατίας που επιβλήθηκε από την περιβόητη επιτροπή Μακάρθι και το σύγχρονό της «κυνήγι μαγισσών», ενάντια στην αριστερή και προοδευτική διανόηση


* Πολλαπλή ερμηνεία
Οταν ο Αρθουρ Μίλερ επισκέφθηκε το 1951 το Σάλεμ και μελέτησε τις δικογραφίες, διαπίστωσε, όπως αναφέρει στην Αυτοβιογραφία του, πως το φαινόμενο είχε εντυπωσιακές ομοιότητες με τις δραστηριότητες της μακαρθικής Επιτροπής Αντιαμερικανικών Ενεργειών. Το κοινό τους θεατρικό στοιχείο ήταν η τελετουργικότητα, που συνέδεε το Σάλεμ του 1692 με την Ουάσιγκτον του 1950. Και στις δύο περιπτώσεις οι κατήγοροι γνώριζαν εκ των προτέρων ποιες ομολογίες θα έπρεπε να αποσπάσουν από τους κατηγορούμενους προκειμένου να επιτύχουν τον αντικειμενικό τους σκοπό, που δεν ήταν άλλος από τη δημόσια παραδοχή της ενοχής των υποδίκων.
* Ανάλογα φαινόμενα
Ο καθηγητής Ρόσελ Χόουπ Ρόμπινς παρατηρεί πως το πλέον δυσοίωνο στοιχείο στο κυνήγι των μαγισσών είναι η καταστολή και η καταστροφή της δύναμης του ανθρώπου να σκέπτεται και του δικαιώματός του να υποβάλλει ερωτήσεις. Θεωρεί επίσης ότι τα διακόσια χρόνια που διήρκεσαν οι διώξεις μάγων και αιρετικών ισοδυναμούν με σταμάτημα του δυτικού πολιτισμού, για να προχωρήσει σε ακόμη τολμηρότερα συμπεράσματα: μολονότι τα θύματα του προτεσταντικού και του καθολικού φανατισμού δεν ξεπερνούν τις 200.000 και άρα δεν μπορούν να συγκριθούν με τα 15.000.000 των θυμάτων στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης ­ τα εκκλησιαστικά εγκλήματα είναι από ηθικής πλευράς απεχθέστερα, αφού διεπράχθησαν στο όνομα του Χριστού.
Εν τούτοις, σήμερα όχι μόνο μπορεί να αναζητήσει και να βρει κάποιος ανάλογα φαινόμενα αλλά και κατάλοιπα αυτής της εποχής, ακόμη και στις ίδιες τις κοσμικές κοινωνίες της Δύσης. Το auto da fe, δηλαδή: α) η δημόσια τελετή κατά την οποίαν η Ιερά Εξέταση αναγγέλλει την καταδίκη του «αιρετικού» και β) η δημόσια εκτέλεσή του (κατά κανόνα στην πυρά) από τις δημόσιες αρχές, δεν άφησε αλώβητο το νομικό σύστημα, την πολιτική, τη φιλοσοφία και την τέχνη των δυτικών δημοκρατιών και σε μιαν ευρύτερη αναγωγή την κριτική της σκέψη. Ακόμη και σήμερα σε πλήθος κείμενα σύγχρονων θεωρητικών ή μεταπολεμικών φιλοσόφων θα τολμούσε κανείς να ισχυρισθεί ότι παρακολουθεί τις προετοιμασίες μιας δίκης που αναβάλλεται, ενώ, όταν η δίκη αυτή λαμβάνει χώρα, οδηγεί στο διανοητικό auto da fe. (Αυτό όμως είναι μια πολύ μεγάλη ιστορία, αν μάλιστα δεχθούμε την πρόκληση του Ρόμπερτ Γκρέιβς που αποφαινόταν πως το κυνήγι των μαγισσών και των αιρετικών στην Ευρώπη ήταν μια συστηματική και μεθοδική προσπάθεια της εκκλησίας να εξαφανίσει τα κατάλοιπα του παγανισμού από την ηπειρωτική Ευρώπη και τα βρετανικά νησιά).
Οι μύθοι των τύψεων, οι αναδρομικές συγνώμες και μετάνοιες, η κριτική στάση έναντι του παρελθόντος ή ακόμη ακόμη η συναισθηματική, ψυχολογική και πολιτική δύναμη του θέματος ανήκουν στους βασικούς παράγοντες κάθε μεταφοράς και υπογραμμίζουν την τάση να κοιτάζουμε το παρελθόν χρωματίζοντάς το με τα εκάστοτε δεδομένα του παρόντος.




ΟΙ ΜΑΓΙΣΣΕΣ ΤΟΥ ΣΑΛΕΜ
Σαν σήμερα, 22 Οκτωβρίου του 1692 έγινε η τελευταία εκτέλεση μάγισσας δια απαγχονισμού στις ΗΠΑ.
Το 1692 στη μικρή πόλη του Σάλεμ της Μασαχουσέτης σημειώθηκε μεγαλύτερη έξαρση δαιμονικών καταλήψεων, ή για άλλους, η μεγαλύτερη μαζική υστερία στις ΗΠΑ.
Δύο κορίτσια, η κόρη του αιδεσιμότατου Σάμιουελ Πάρις, Μπέτι, και η κηδεμονευμένη του, Άμπιγκειλ Ουίλιαμς, άρχισαν να μιλούν παράξενα και να σέρνονται στο πάτωμα. Κανένας γιατρός δεν μπορούσε να εξηγήσει τα συμπτώματα, μέχρι που ένας εξ αυτών διέγνωσε ότι τα κορίτσια ήταν δαιμονισμένα. Ο πάτερ Σάμιουελ και η πουριτανική κοινωνία της πόλης ζήτησαν πιεστικά από τα παιδιά που εμφάνισαν ανάλογα συμπτώματα να υποδείξουν εκείνους που τα έβαλαν στο δρόμο του διαβόλου.
Κατηγορήθηκαν η Σάρα Γκουντ, η Σάρα Όσμπορν και η Τιτούμπα. Η Σάρα Γκουντ ήταν επαίτης, η Σάρα Όσμπορν ήταν μία κατάκοιτη ηλικιωμένη γυναίκα και η Τιτούμπα ήταν η ινδιάνα σκλάβα του αιδεσιμότατου Σάμιουελ Πάρις.
Την 1η Μαρτίου οι τρεις γυναίκες κατηγορήθηκαν για μαγεία και οδηγήθηκαν στη φυλακή. Ακολούθησαν δεκάδες συλλήψεις για τον ίδιο λόγο και οι φυλακές του Σάλεμ και των γύρω περιοχών γέμισαν.
Οι κρατούμενοι όμως δεν μπορούσαν να δικαστούν λόγω έλλειψης σχετικού νομοθετικού πλαισίου. Τέλη Μαΐου ο βασιλικός κυβερνήτης της Μασαχουσέτης, σερ Ουίλιαμ Φιπς, αποφάσισε τη συγκρότηση ενός ειδικού δικαστηρίου.
Εν τω μεταξύ η Σάρα Όσμπορν είχε πεθάνει, η Σάρα Γκουντ είχε γεννήσει ένα κοριτσάκι, ενώ ο αριθμός των υπόδικων είχε φτάσει τους 80, πολλοί από τους οποίους είχαν αρρωστήσει.
Με συνοπτικές διαδικασίες, όλοι οι κατηγορούμενοι κρίθηκαν ένοχοι και καταδικάστηκαν σε θάνατο. Όσοι παραδέχτηκαν την ενοχή τους και κατέδωσαν άλλους, γλίτωσαν την εκτέλεση.
Εκείνο το καλοκαίρι απαγχονίστηκαν συνολικά 19 άτομα εκ των οποίων έξι άνδρες, ανάμεσα τους ένας υπουργός κι ένας πρώην αστυνομικός που αρνήθηκε να συνεχίσει τις συλλήψεις υποτιθέμενων μαγισσών. Οι δίκες σταμάτησαν τον Οκτώβριο του 1692, με απόφαση του κυβερνήτη της Μασαχουσέτης.
Η απίστευτη ιστορία μαζικής υστερίας ενέπνευσε το μεγάλο θεατρικό συγγραφέα Άρθουρ Μίλερ, ο οποίος το 1953 ανέβασε στο Μπρόντγουεϊ το θεατρικό «The Crucible», για να καυτηριάσει την αντικομουνιστική υστερία στις ΗΠΑ την εποχή του μακαρθισμού. Στην Ελλάδα, το έργο ανέβηκε στο Εθνικό Θέατρο το 1955.




H δίκη των μαγισσών του Σάλεμ είναι ένα περιβόητο περιστατικό της αποικιακής ιστορίας των Ηνωμένων Πολιτειών, το οποίο οδήγησε στην καταδίκη και εκτέλεση κατοίκων του χωριού Σάλεμ στη Μασαχουσέτη το 1692 με την κατηγορία της μαγείας. Αποτελώντας μια νοητή «συνέχεια» των της μεσαιωνικής Ευρώπης, ανήκουν στην προτεσταντική διωκτική παράδοση και το περιστατικό αυτό έχει χρησιμοποιηθεί έκτοτε ως γλαφυρό παράδειγμα, σε τομείς όπως η πολιτική αλλά και η λογοτεχνία, για τους κινδύνους που κρύβει ο θρησκευτικός φανατισμός, οι ψευδείς κατηγορίες και η κυβερνητική παρείσφρηση στις προσωπικές ελευθερίες του κάθε ατόμου. Αν και το γεγονός έχει μείνει στην ιστορία μνημονεύοντας τις μάγισσες του Σάλεμ, οι ακροαματικές διαδικασίες έλαβαν χώρα σε διαδοχικές πόλεις της επαρχίας της Μασαχουσέτης: Σάλεμ Βίλατζ, Σάλεμ Τάουν, Ίπσουιτς, Άντοβερ, Βοστώνη και Τσάρλστάουν.






ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΝΝΙΒΑΣ
ΖΟΛΤΑΝ ΦΑΜΠΡΙ
Ηθοποιοί:
Έρνο Σάμπο (Μπέλα Νιούλ)
Μάνι Κις (κυρία Μπέλα Νιούλ)
Ζόλταν Μακλάρι (Μαντζάκ)
Λάζλο Μενάρος (Τόροκ)

Σενάριο: Ζόλταν Φάμπρι, Ίστβαν Γιάνες
Φωτογραφία: Πέτερ Ζακσάνι
Μουσική: Ζντένκο Ταμάσι
Το κοινωνικό είναι και γίγνεσθαι καθρεπτίζεται πάντα πάνω στον κινηματογράφο. Έτσι από το 1956 και εντεύθεν ο ουγγρικός κινηματογράφος ανθεί. Πρωτεργάτης τούτης της ανανεωτικής τάσεως είναι ο σκηνοθέτης Ζόλταν Φάμπρι. Το κεντρικό πρόσωπο στο έργο είναι ένας καθηγητής λατινικών που έχει την προσωνυμία Αννίβας, στη δεκαετία του '30 (φασιστικό καθεστώς). Ο φασιστικός περίγυρος εξαναγκάζει τον αντικομφορμιστή καθηγητή στο συμβιβασμό. Ο συντηρητικός περίγυρος δεν ανέχεται παρεκκλίσεις από τους κοινά αποδεκτούς κανόνες - ο καθηγητής δεν βρίσκει στήριγμα πουθενά.
Εκπληκτική ταινία (κινηματογράφος των υπονοούμενων). Το τέλος της αποτελεί μια απ' τις τρεις καλύτερες σκηνές του κινηματογράφου. Μην ξεχνάτε: Ο φασισμός δεν έχει την ανάγκη φασιστικού κόμματος, αλλά πλανάται αδιαλείπτως στην καθημερινή ζωή (Μιχαήλ Ρομ).
Ζόλταν ΦΑΜΠΡΙ (1917-1994)
Ούγγρος σκηνοθέτης. Σπούδασε ζωγραφική και υποκριτική στη Βουδαπέστη, και δούλεψε σαν σκηνογράφος και σκηνοθέτης θεάτρου. Ηγήθηκε του νέου ρεύματος του Ουγγρικού κινηματογράφου, μετά τα γεγονότα του 1956. Έκανε ιστορικό και πολιτικό σινεμά, πλάθοντας τις ιστορίες του σε κρίσιμες και ταραχώδεις εποχές. Επιλεγμένη φιλμογραφία: Ο καθηγητής Αννίβας (1956), Οικογένεια Τοτ (1969), Οι δούλες του θεού (1970), Η πέμπτη σφραγίδα (1977).