Πολλή συζήτηση έγινε αυτές τις μέρες για το θέμα των voucher τηλεκατάρτισης των 600 ευρώ που θα δίνονταν στους επιστήμονες εν μέσω πανδημίας, αντί για επίδομα. Μεσολάβησε η ανταλλαγή γραπτών πυρών μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, για το θεαθήναι, με κοινή βέβαια βάση μια πολιτική που θεωρεί δεδομένο ότι πρώτα πρέπει να σωθούν οι επιχειρηματίες, να διασφαλίσουν τα κέρδη τους οι μεγάλες επιχειρήσεις, για να αναπνεύσουν ο εργαζόμενος, ο αυτοαπασχολούμενος.
Παρά τη χτεσινή ανακοίνωση της κυβέρνησης για αναστολή τελικά των προγραμμάτων και απόδοση των 600 ευρώ ως επιδόματος, η ουσία παραμένει η ίδια. Και αυτή και οι προηγούμενες κυβερνήσεις αξιοποιούν κάθε μέσο, την ίδια την ανέχεια των εργαζομένων, για να μοιράσουν «ζεστό» χρήμα άλλη μια φορά σε μεγάλες επιχειρήσεις.
Οι περίπου 181.000 επιστήμονες βέβαια με το δίκιο τους αγανάκτησαν, ακούγοντας ότι ενώ αυτοί θα έπαιρναν 600 ευρώ, ψίχουλα δηλαδή, την ίδια στιγμή που έχουν χτυπηθεί απανωτά από την προηγούμενη οικονομική κρίση, έχουν να πληρώσουν Ταμεία, διακανονισμούς χρεών, φόρους επιτηδεύματος και άλλους, ενοίκια επαγγελματικής στέγης κ.λπ., τη μερίδα του λέοντος θα τη μοιράζονταν κάποια μεγάλα κέντρα κατάρτισης και πιστοποίησης.
***
Ανάμεσα σε αυτά φιγουράρισαν το Κέντρο Κατάρτισης της Alpha Bank, διάφορα ονομαστά ΙΕΚ («ΑΚΜΗ» κ.ά.), η Ελληνοαμερικανική Ενωση (!) και κάθε τέτοιου τύπου Κέντρο Διά Βίου Μάθησης, πιστοποιημένο από τη Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, εμπλεκόμενο με κάποιον μεγάλο επιχειρηματικό όμιλο.
Τράπεζες και όμιλοι άλλωστε είναι μανούλες στο μοίρασμα τέτοιων «επιταγών» ελεημοσύνης προς ανέργους και άλλες κατηγορίες, έχοντας βρει το κόλπο εδώ και χρόνια: Με το μεσοπρόθεσμο νομικό πλαίσιο του 2012 ιδρύουν ένα Κέντρο Διά Βίου Μάθησης και γίνονται ιδιωτικοί πάροχοι της λεγόμενης «μη τυπικής Εκπαίδευσης». Μπορούν έτσι να κερδοσκοπούν πουλώντας εκπαιδευτικά προϊόντα, πιστοποιήσεις, καταρτίσεις και κάθε είδους «προσόντα», απευθυνόμενοι σε νέους κυρίως ανθρώπους που ζητούν απεγνωσμένα λύσεις για να διαχειριστούν την ανεργία και την αναδουλειά, την εργασιακή περιπλάνηση.
Να σημειώσουμε εδώ ότι ανάμεσα στα «κοράκια» που έπεσαν στο ψητό των εκατομμυρίων του ΕΣΠΑ, μέσω του οποίου θα μοιράζονταν τα voucher της τηλεκατάρτισης, από πολύ νωρίς εκδήλωσαν τη δυσαρέσκειά τους οι διοικήσεις των ΑΕΙ που εξαιρέθηκαν από τους επίδοξους παρόχους... Βλέπετε, διεκδικούν για λογαριασμό τους τον τίτλο του καλύτερου και πιο έτοιμου πλασιέ των προϊόντων Εκπαίδευσης, σαν έτοιμοι από καιρό, διευθύνοντας ήδη πολλά τέτοια προγράμματα κατάρτισης, με το αζημίωτο, προς τους φοιτητές τους και πελάτες τους.
* * *
Οι επιστήμονες δεν θα έπρεπε να πέφτουμε από τα σύννεφα που, σε μια τέτοια μάλιστα ευαίσθητη κοινωνική και υγειονομική συνθήκη, όπως είναι μια πανδημία, το σύστημα και οι κυβερνήσεις του παραμένουν απάνθρωποι, μοιράζουν κέρδη σε μεγάλους ομίλους και αφήνουν στη μοίρα τους αυτούς που μοχθούν. Στην πρόσφατη οικονομική κρίση άλλωστε δεν έγινε το ίδιο;
Πόσο διαφορετική ήταν (και είναι) η αστεία και τραγική ιστορία της «τακτοποίησης αυθαιρέτων» για τους μηχανικούς, ένας κρατικός εισπρακτικός μηχανισμός που ανακυκλώνει και εξωραΐζει την ανεργία και την απραξία των μηχανικών, την ίδια στιγμή που ο κατασκευαστικός κλάδος καταποντίστηκε και οι μεγάλοι κατασκευαστικοί όμιλοι μετακόμισαν κυριολεκτικά στο Ντουμπάι...
Οσο για την επιστημονικότητα και το κύρος αυτών των μέτρων, μήπως και τότε αντιμετωπίστηκε η αυθαίρετη δόμηση; Μήπως δεν είχαμε μετά το Μάτι, πυρκαγιές και πλημμύρες σε μπαζωμένα ρέματα, σε χτισμένους αιγιαλούς; Δεν είναι να απορεί επομένως κανείς που και σήμερα, με την τηλεκατάρτιση, συναντήσαμε φαινόμενα τύπου «σκόιλ ελικικού», προχειρότητες και ατσαλοσύνες στη δομή αυτών των προγραμμάτων.
* * *
Αλήθεια, οι κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ, που σήμερα διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους για τα φαινόμενα αυτά, τόσα χρόνια στην κυβέρνηση δεν αναρωτήθηκαν ποτέ για την ποιότητα των προγραμμάτων κατάρτισης που παρείχαν οι φορείς τους οποίους οι ίδιοι πιστοποιούσαν; Εχει άραγε κανείς την αυταπάτη ότι όσο εμπορευματοποιείται η Παιδεία, όσο γίνεται βορά στην ιδιωτική πρωτοβουλία, στην - «υγιή» και μη - επιχειρηματικότητα, μπορεί να κρατά ψηλά το επίπεδο της παρεχόμενης μόρφωσης, μπορεί ο ιδιώτης ιδιοκτήτης μιας δομής Εκπαίδευσης να βάλει τη μόρφωση πάνω από τα κέρδη, που ο ίδιος μεταφράζει σε πολυτέλεια στη ζωή του; Το παράδειγμα της ιδιωτικοποίησης της Υγείας που ζούμε αυτές τις μέρες είναι τραγικά αποκαλυπτικό.
Η ιστορία της πιστοποίησης λοιπόν είναι πολύ... αμαρτωλή και έχει χρόνια στην πλάτη της. Πατάει βέβαια στην αντικειμενική ανάγκη των μεγαλοεπιχειρηματιών να ανανεώσουν τις γνώσεις των εργαζομένων πάνω σε πεδία που γι' αυτούς έχουν άμεσο επενδυτικό ενδιαφέρον. Πάνω σε αυτό το έδαφος, όμως, δεν μπορεί παρά να αναδίνεται και η σαπίλα αυτού του συστήματος, να φαίνονται οι αντικειμενικές στρεβλώσεις του, η μετωπική σύγκρουσή του τελικά με τις λαϊκές ανάγκες και την ίδια την επιστήμη.
Είναι αναμφισβήτητα μηχανισμός αντιστοίχισης δεξιοτήτων των εργαζομένων σε αυτά που απαιτούν οι κεφαλαιοκράτες. Αλλά είναι ταυτόχρονα και ένα πεδίο όπου κερδοσκοπεί το μεγάλο κεφάλαιο, απλώνοντας τα πλοκάμια του από την «πίστη», την Ενέργεια, τις τηλεπικοινωνίες, τον τουρισμό, τους άλλους κλασικούς κλάδους κερδοφορίας σε ένα πεδίο με μεγάλα και πολλά υποσχόμενα κέρδη: Την Εκπαίδευση.
* * *
Οι επιστήμονες που περιμένουμε αυτό το διάστημα σαν το «μάννα εξ ουρανού» τα 600 ευρώ για να μπαλώσουμε τρύπες, περιμένοντας με αγωνία το «μετά», τι θα ακολουθήσει μετά την πανδημία και πώς θα ξαναμπούμε σε ένα νέο κύκλο κρίσης και ανασφάλειας, δεν πρέπει να αρκεστούμε σε αυτά τα ψίχουλα που μας πετούν ξανά.
Οσο υπάρχουν επιχειρήσεις, είτε μέσω ΕΣΠΑ και άλλων τέτοιων προγραμμάτων, που τα «τρέχουν» όλες οι κυβερνήσεις διαχρονικά, είτε απευθείας, η μερίδα του λέοντος θα καταλήγει στα νύχια τους. Η αναστολή των προγραμμάτων αυτών δεν σημαίνει ότι τελειώσαμε με την πολιτική τους. Στην τσέπη μας άλλωστε πάλι τα ψίχουλα των 600 ευρώ θα καταλήξουν, ενώ οι εν λόγω «εκπαιδευτές» θα κερδοσκοπούν με άλλα αντίστοιχα προγράμματα επιδότησης της ανεργίας, «επιταγών» εργασίας που δεν καταλήγουν ποτέ στον εργαζόμενο.
Ως ΚΚΕ επιβεβαιωνόμαστε σήμερα περίτρανα και δραματικά, όταν ζητούσαμε όλα αυτά τα λεφτά, των κοινοτικών και λοιπών προγραμμάτων, να ενταχθούν στον κρατικό προϋπολογισμό και να δίνονται εκεί όπου υπάρχουν πραγματικές λαϊκές ανάγκες και όχι στις μεγάλες επιχειρήσεις.
Επιβεβαιώνεται ότι η ΕΕ, οι ελληνικές κυβερνήσεις, εκ των πραγμάτων, έχουν στήσει μηχανισμούς διασφάλισης των κερδών και χρηματοδότησης των μεγάλων ομίλων από τα λεφτά των εργαζομένων και αυτούς δεν τους διαπραγματεύονται ούτε καν σε περιόδους κρίσεων και πανδημιών (Τι; Δεν το ξέρατε εκεί στον ΣΥΡΙΖΑ...;). Αντίθετα, αυτές ειδικά τις περιόδους τις αντιμετωπίζουν ως «ευκαιρία» για να χτυπήσουν περαιτέρω τα εργασιακά δικαιώματα, για να στερεώσουν τα επιχειρηματικά κέρδη, για να ανθίσει η αισχροκέρδεια.
Σε αυτές τις συνθήκες, οι επιστήμονες, οι εργαζόμενοι μένουμε δυνατοί, δεν μένουμε σιωπηλοί. Παλεύουμε και ταυτόχρονα βγάζουμε συμπεράσματα για να τα αξιοποιήσουμε εδώ και τώρα, και στις μέρες που έρχονται, στις μέρες που πάλι θα περιμένουν να απλώσουμε το χέρι για να μοιράσουν υποσχέσεις και ψίχουλα για ανακίνηση της οικονομίας, την ίδια στιγμή που θα μοιράζουν κέρδη, φοροαπαλλαγές, επιδοτήσεις στους μεγαλοεπιχειρηματίες.
Κέλλυ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ
Μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ, Αρχιτέκτονας